OΛΑ ΣΧΕΤΙΚA ΜΕ

ΕΟΤ

ΙΣΤΟΡΙΑ

Το τζούντο γεννήθηκε στην Ιαπωνία.. «Πατέρας» του αθλήματος θεωρείται ο Τζίγκορο Κάνο(28 Οκτωβρίου 1860, Μικάγκε-Χιόγκο) πτυχιούχος πολιτικών και οικονομικών επιστημών αλλά και άριστος γνώστης της παιδαγωγικής της φυσικής αγωγής και των πολεμικών τεχνών, οι οποίες στο τέλος του 19ου αιώνα ήταν μια συλλογή διαφόρων τεχνικών χωρίς αληθινό νόημα. Το Tζούντο, λοιπόν, ήρθε να καλύψει αυτό το κενό.

Λέγεται ότι ο Κάνο κατέληξε στο Τζούντο αναζητώντας τρόπους και νέες τεχνικές με τις οποίες θα αντιμετώπιζε τους μεγαλύτερους μαθητές του Ζίου Ζίτσου (σ.σ. Τζουτζούτσου όπως είναι η ακριβής ονομασία του). Η αλήθεια είναι ότι υιοθέτησε πολλές από τις τεχνικές του Ζίου Ζίτσου και ταυτόχρονα εφάρμοσε καινούργιες. Οριοθετώντας, όμως, ως βασικό στόχο του αθλήματος, εκτός από τη διάπλαση του ανθρώπινου σώματος και τη διαμόρφωση του ανθρώπινου χαρακτήρα μέσω της πνευματικής και ηθικής πειθαρχίας, μετέτρεπε το Τζούντο από μια νέα πολεμική τέχνη, σε πραγματικό τρόπο ζωής. Το 1882 ο Τζίγκορο Κάνο ίδρυσε το Kadokan Judo που σιγά-σιγά άρχισε να εξαπλώνεται σε ολόκληρη την Ιαπωνία. Το 1907 υπολογίζεται ότι είχε ήδη 10.000 αθλητές – μέλη.

Όταν, μάλιστα, εμφανίστηκαν οι τέσσερις «ουράνιοι φύλακες», ο Γίιρπο Σάικο, ο Τσουνέιρο Τομία, ο Γιοσιάκι Γιαμασίτα και ο Σακουΐρο Γιοκοχάμα, η σχολή του Τζιγκόρο Κάνο επικράτησε όλων των αθλητών του Ζιου Ζίτσου και ανέλαβε την εκπαίδευση της Αστυνομίας του Τόκιο. Το 1903 ο Γιαμασίτα κατ’ εντολή του Κάνο πήγε στις ΗΠΑ όπου διέδωσε το Τζούντο εκπαιδεύοντας ακόμη και τον Αμερικανό Πρόεδρο Τεοντόρ Ρούσβελτ.

Στις ΗΠΑ βρέθηκε κι ένας ακόμη φημισμένος αθλητής ο Μιτσούγκο Μαέντα που έδωσε 2.000 αγώνες χωρίς να γνωρίσει την ήττα (!), ενώ το 1915 το άθλημα διαδόθηκε και στη Βραζιλία.

Παρά τις φυσιολογικές αλλαγές, οι βασικοί κανόνες του Τζούντο παραμένουν ίδιοι όπως και η βασική φιλοσοφία του πατέρα του Τζούντο ο οποίος ήθελε μια νέα πολεμική τέχνη, ένα άθλημα, με τους λιγότερους δυνατούς τραυματισμούς.

Για τριάντα χρόνια ο Τζιγκόρο Κάνο αφιέρωσε τη ζωή του στη διάδοση και εξάπλωση του αθλήματος. Βασικός συνεργάτης του Βαρόνου Πιερ Ντε Κουπερτέν, είχε ενεργό ρόλο στο Ολυμπιακό Κίνημα, όντας και μέλος της ΔΟΕ.

Ο Τζιγκόρο Κάνο δεν πρόλαβε να δει εν ζωή (πέθανε το 1938), την είσοδο του Τζούντο στους Ολυμπιακούς Αγώνες (το 1964 στο Τόκιο) ούτε την ίδρυση της Διεθνούς Ομοσπονδίας (το 1951), την οποία είχε προτείνει ο ίδιος από τη δεκαετία του ‘30. Για την ακρίβεια ήταν 12 Μαΐου του 1951 όταν σε ένα δωμάτιο του κινέζικου εστιατορίου Choy’ s στο Λονδίνο, εννέα χώρες υπέγραψαν την ιδρυτική διακήρυξη της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας. Αυτή τη στιγμή η Διεθνής Ομοσπονδία Τζούντο (IJF) έχει στα μητρώα της περισσότερες από 180 χώρες-μέλη. Νωρίτερα, το 1948, είχε ιδρυθεί η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Τζούντο ενώ το 1951 διεξήχθη και το πρώτο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα.

Η εισαγωγή των κατηγοριών επηρέασε άμεσα την ανάπτυξη του Τζούντο, ενώ οκτώ χρόνια πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, το 1964, στην ίδια πόλη, διεξήχθη το πρώτο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα με συμμετοχή 31 αθλητών από 21 χώρες.

Το 1980 διεξήχθη, για πρώτη φορά, Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και για τις γυναίκες. Δώδεκα χρόνια, αργότερα, το 1992 στη Βαρκελώνη το Τζούντο γυναικών συμπεριλαμβάνεται και στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων.

Αν και οι μεγάλες δυνάμεις του αθλήματος θεωρούνται η Γαλλία, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Κούβα και η Ρωσία, η διασπορά των μεταλλίων στους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι αρκετά μεγάλη. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ τα 56 μετάλλια του αθλήματος μοιράστηκαν 25 χώρες, μια περισσότερη σε σχέση με τους αγώνες της Αθήνας το 2004.

Στην Ελλάδα το Τζούντο εμφανίστηκε λίγο μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Το 1977 αναγνωρίστηκε επίσημα, ως άθλημα και εντάχθηκε στον ΣΕΓΑΣ ενώ το 1985 ιδρύθηκε η Ελληνική Ομοσπονδία Τζούντο που σήμερα αριθμεί 150 και πλέον σωματεία με μια δύναμη 6.000 αθλητών και αθλητριών.

1860
Γεννήθηκε στις 28 Οκτωβρίου στο Μικάγκε, της επαρχίας Χιόγκο και πήρε το όνομα Σινοσούκε. Ήταν ο τρίτος γιος του Τζιροσάκου Μαρεσίμπα Κάνο.
1871
Εκπαιδεύτηκε υπό τον Κέιντο Ουμπουκάτα σε ιδιωτικό σχολείο του Τόκιο (Σεϊτάτσου Σοτζούκου).
1873
Προκειμένου να λάβει ειδική μόρφωση στην αγγλική και γερμανική γλώσσα, εγγράφηκε σε ιδιωτικό σχολείο του Τόκιο (Ικουέι Γκιτζούκου).
1874
Εγγράφηκε σε σχολή ξένων γλωσσών του Τόκιο
1875
Εγγράφηκε στη Σχολή Καϊσέι.
1877
Η πρώτη του επαφή με το Ζίου Ζίτσου (σ.σ. τζουτζούτσου) στη σχολή Τένσιν Σιν`γιο με εκπαιδευτή τον Χατσινοσούκε Φουκούντα.
1881
Αποφοίτησε από το Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο του Τόκιο, έχοντας στην κατοχή του πτυχίο στις πολιτικές επιστήμες, στην πολιτική οικονομία και τη φιλολογία.
1882
Έγινε λέκτορας και μετέπειτα καθηγητής στο Γκακουσουίν, ενώ την ίδια χρονική περίοδο ίδρυσε το Κόντοκαν (σ.σ. Σχολή για τη Μελέτη της Οδού).
1883
Ίδρυσε και διηύθυνε το Κόμπουνκαν, που ήταν ένα σχολείο για κινέζους μαθητές.
1886
Διορίστηκε αντιπρόεδρος του Γκακουσουίν.
1889
Αποδέχθηκε θέση στο Αυτοκρατορικό Τμήμα Νοικοκυριών, υποβάλλοντας παράλληλα την παραίτησή του από την αντιπροεδρία του Γκακουσουίν. Είχε την ευκαιρία για περιοδεία γνωριμίας και μελέτης με τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ευρώπης.
1891
Έγινε διευθυντής του 5ου Ανώτερου Σχολείου της Επαρχίας Κουμαμότο.
1893
Έγινε διευθυντής του 1ου Ανώτερου Σχολείου του Τόκιο και στη συνέχεια διευθυντής του Ανώτερου Απλού Σχολείου του Τόκιο.
1897
Υπέβαλλε την παραίτησή του από διευθυντής του Ανώτερου Απλού Σχολείου του Τόκιο αλλά επανήλθε αργότερα στη θέση του.
1901
Για τρίτη φορά έγινε διευθυντής του Ανώτερου Απλού Σχολείου του Τόκιο, την ίδια χρονική περίοδο που το τζούντο (και το κέντο) είχαν γίνει πολύ δημοφιλή.
1908
Νόμος απαιτούσε απ` όλα τα γυμνάσια να παρέχουν εκπαίδευση στη ξιφασκία γκέκικεν και στο Ζίου Ζίτσου (σ.σ. τζουτζούτσου).
1909
Έγινε ο πρώτος Ιάπωνας μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ).
1922
Εξελέγη στη Βουλή των Λόρδων.
1928
Παραβρέθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Άμστερνταμ, ως μέλος της ΔΟΕ.
1938
Παραβρέθηκε στη συνάντηση της ΔΟΕ στην Αίγυπτο, όπου πρότεινε μάλιστα οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1940 να φιλοξενηθούν στην Ιαπωνία με την ενσωμάτωση και του τζούντο στο πρόγραμμα. Στις 4 Μαΐου άφησε την τελευταία του πνοή στο πλοίο που τον μετέφερε στην Ιαπωνία από το Κάιρο.

ΤΖΟΥΝΤΟ ΣΤΗΝΕΛΛΆΔΑ

ΕΛΛΑΔΑ

Στην Ελλάδα το τζούντο εμφανίστηκε λίγο μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Συγκεκριμένα άρχισε να «καλλιεργείτε» το 1947, όταν ένας Άγγλος εκπαιδευτικός Σίντνεϊ Βάος άρχισε να διδάσει ένα μίγμα Τζουτζούτσου και Τζούντο. Μετά το θάνατό του (1950), το έργο του συνέχισε στον Πανελλήνιο Γυμναστική Σύλλογο (ΠΓΣ), ένας εκ των μαθητών του, ο Δημήτριος Δαμιανού, ο οποίος κατά πολλούς θεωρείται και ο «πατέρας» του Τζουτζούτσου και του Τζούντο στην Ελλάδα.

Το 1958, ήλθε στην Ελλάδα ο Ιάπωνας δάσκαλος Κιγιόσι Κομπαγιάσι (6ο Νταν του Κόντοκαν), ο οποίος κατόπιν εξετάσεων απένειμε στους Δημήτριο Δαμιανού και Χρήστο Φιλιππίδη το 1ο Νταν, που ισοδυναμούσε και με τις πρώτες μαύρες ζώνες στη χώρα μας.

Ο Δημήτριος Δαμιανού συνέχισε το έργο του στον Όμιλο Αντισφαιρίσεως Αθηνών (ΟΑΑ), ενώ στον ΠΓΣ άρχισε να διδάσκει ο Χρήστος Παπαηλιόπουλος (2ο Νταν), που προερχόμενος από τη Γερμανία ήταν ουσιαστικά ο πρώτος δάσκαλος αγωνιστικού τζούντο στην Ελλάδα.

Στον ΟΑΑ, άρχισε να διδάσει και ο Γιώργος Καράγιωργας (1ο Νταν στη Γαλλία), ενώ ο Δημήτριος Δαμιανού απήλθε και συνέχισε να διδάσκει στον όμιλο που ίδρυσε στην Ελληνοαμερικανική Ένωση.

Ο πρώτος, επισκέφθηκε αργότερα το Κόντοκαν στην Ιαπωνία, όπου του απενεμήθη το 2ο Νταν (σ.σ. ο πρώτος Έλληνας που προήχθη σε αυτόν το βαθμό μέσα στο ίδιο το Κόντοκαν).

Το 1971, δημιουργήθηκε ένας ακόμη σύλλογος, πολύ ισχυρός αγωνιστικά στη Θεσσαλονίκη υπό την αιγίδα της ΧΑΝ.  Συγκεκριμένα, ήρθε από την Ιαπωνία, με 3ο Νταν από το Κόντοκαν, ο Ιωάννης Βερώνης, ο οποίος και ίδρυσε τη σχολή του, την Μπούντοκαν.

Χωρίς ομοσπονδία και αγώνες, το τζούντο έψαχνε να βρει το δρόμο του. Το 1976, χάρη στις προσπάθειες του Χρήστου Παπαηλιόπουλου και την αμέριστη συμπαράσταση του Γενικού Γραμματέα Αθλητισμού, Κωνσταντίνου Παπαναστασίου, ιδρύθηκε υπό την αιγίδα του ΣΕΓΑΣ η πρώτη τεχνική επιτροπή τζούντο στη χώρα μας. Ένα χρόνο αργότερα διεξήχθησαν οι 1οι προκριματικοί αγώνες τζούντο, με σκοπό τη συγκρότηση της πρώτης εθνικής ομάδας, η οποία και αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στους Βαλκανικούς Αγώνες του Βουκουρεστίου.

Το 1977, αφίχθη από τη Ρουμανία ο ομογενής Δημήτριος Βασιλείου (Βασιλέσκου), διεθνής διαιτητής, ο οποίος δίδαξε τους κανόνες διαιτησίας του τζούντο, βάζοντας ουσιαστικά τα θεμέλια του αμιγώς αγωνιστικού τζούντο.

Η πρώτη διοργάνωση από τη χώρα μας, οι Βαλκανικοί Αγώνες Τζούντο, έγινε πραγματικότητα το 1979.

Έξι χρόνια αργότερα, το τζούντο απέκτησε τη δική του, αυτόνομη ομοσπονδία, την Ελληνική Ομοσπονδία Φιλάθλων Τζούντο (ΕΟΦΤ), η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε Ελληνική Ομοσπονδία Τζούντο (ΕΟΤ). Πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας εξελέγη ο αείμνηστος Γρηγόρης Βακατάσης.

Η πρώτη επιτυχία του Ελληνικού τζούντο σε Πανευρωπαϊκό επίπεδο, ήταν η 5η θέση που κατέκτησε ο Τάκης Βακατάσης στους Πανευρωπαϊκούς αγώνες U21 στην Αυστρία το 1986 στην κατηγορία των -78kg.

Η ανάπτυξή του στην Ελλάδα την τελευταία 10ετία ήταν εντυπωσιακή. Και αν η 7η θέση του Χαράλαμπου Παπαϊωάννου στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα ήταν ότι καλύτερο είχε να επιδείξει το τζούντο στη χώρα μας από τη «γέννησή» του και μέχρι τη δεκαετία του `90, μετά το 2000 ήρθε η απόλυτη «έκρηξη» από πλευράς αγωνιστικών επιτυχιών.

Χρονικά, η πρώτη σπουδαία στιγμή για το ελληνικό τζούντο ήρθε στη Βουδαπέστη το 2001 οπότε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα για αθλητές κάτω των 20 ετών, ο Διονύσης Ηλιάδης κατέκτησε τη δεύτερη θέση στην κατηγορία των -100 κιλών. Το τι ακολούθησε από τότε έως και σήμερα, μόνο οι «αρχιτέκτονες» αυτής της εντυπωσιακής πορείας θα μπορούσαν να το ερμηνεύσουν…

Ένα χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 από τον Ηλία Ηλιάδη (-81κ.), ένα μετάλλιο σε παγκόσμιο πρωτάθλημα ανδρών, τρία μετάλλια σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα ανδρών, τρία μετάλλια σε παγκόσμια πρωταθλήματα εφήβων (U20), έντεκα μετάλλια σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα Νέων ανδρών/Νέων γυναικών (U23), πέντε μετάλλια σε ευρωπαϊκά εφήβων (U20) και τέσσερα μετάλλια σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα παίδων, συμπληρώνουν ένα παζλ μιας πορείας αν μη τι άλλο εντυπωσιακής.
Έπεται και συνέχεια…

Η
Καρδία του Αθλήματος

Το Ινστιτούτο Κόντοκαν, της Σχολής για τη Μελέτη της Οδού, εξακολουθεί να βρίσκεται στην καρδιά του παγκοσμίου Τζούντο στο Τόκυο της Ιαπωνίας. Αποτελεί την εξέλιξη της σχολής του Τζίγκορο Κάνο (σ.σ. ιδρύθηκε το 1882) και αναμιγνύει το λεγόμενο κλασσικό τζούντο με τον πρωταθλητισμό. Η Ιαπωνική ομοσπονδία τζούντο στεγάζεται στα κτίρια του Κόντοκαν, στο Τόκιο και όλοι οι τζουντόκα της Ιαπωνίας είναι μέλη του αφού έχουν κερδίσει τους βαθμούς τους στα εσωτερικά πρωταθλήματα του Ινστιτούτου. Οι σημερινές εγκαταστάσεις του, στο κέντρο του Τόκιο, χτίστηκαν το 1958, ενώ το 1982 ανακαινίστηκαν και επεκτάθηκαν.  Αποτελεί ένα πραγματικό «πανεπιστήμιο» του τζούντο και αποτελεί πόλο έλξης για κάθε τζουντόκα. Τα μέλη του πλησιάζουν τα δύο εκατομμύρια και οι αίθουσές του είναι ανοιχτές σχεδόν όλη την ημέρα, για Ιάπωνες και ξένους τζουντόκα που επιθυμούν να ασκηθούν. Εντός του Ινστιτούτου φιλοξενούνται βιβιλιοθήκες, ξενώνες και ένα μουσείο του τζούντο, ενώ λειτουργούν μαθήματα τζούντο κάθε επιπέδου.